Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2009


Παιδί σχεδόν κι' είχα ποθήσει τους ορίζοντες.
Περπατούσα στην ζωή κι' όλο με πνίγανε οι δρόμοι. Μεγάλωσα και μαζί μου μεγάλωναν ένα σωρό θεριά του κόσμου. Πόλεμοι, αδικίες, μίση, απάτες μα πάνω απ' όλα με πλήγωνε που χάθηκε ο έρωτας. Φύτευα λουλούδια στο παρτέρι μα ο ουρανός ποτέ δεν τα δρόσισε. Μονάχα ο ήλιος τάκαψε και μαράθηκαν. Οι μέρες μου περνούσαν δίχως ανθούς, δίχως κατανόηση, δίχως δίχως αληθινή ζωή και αγάπη.Εμαθα να ψάχνω ,να αναζητώ, να απαιτώ από τον εαυτό μου και από την ζωή, την πραγματοποίηση των, που χρόνια ολόκληρα κουβαλούσα μέσα μου. Κι' ήταν όλα αυτά σαν να έρριχνα γροθιά σε γυάλινο παραπέτασμα. Δεν ήξερα ακόμη τότε ότι η ευτυχία στον κόσμο γι' αυτούς που την γυρεύουν είναι δόκοπο μαχαίρι. Μέσα μου ζωντάνευε μια μεγάλη απόφαση. Θα φύγω έλεγα. Κι' 'ολο ζωγράφιζα ένα πουλί με γαλάζιες μακριές φτερούγες. Θα φύγω με τα κύματα της θάλασσας, με το δυνατό πέταγμα των χελιδονιών που θα αποδημήσουν, θα φύγω με το πρώτο καράβι, με το πρώτο τραίνο. Θα ρίξω άγκυρα σ' άλλο λιμάνι, σ' άλλη γή. Για να χτίσω μια φωλιά εκεί που δεν θάχει ερημιά και οι νύχτες του χειμώνα δεν θα περνούν άγριες και παγωμένες. Θα πάω εκεί που η ζωή είναι όμορφη, γεμάτη ανθούς, εκεί που θα λείπει ο πόνος και η δυστυχία. Θα φύγω. Και τα χρόνια περνούσαν, τα τραίνα τα βαπόρια έφυγαν, τα χελιδόνια βαρέθηκαν να με περιμένουν στα αποδημητικά τους ταξίδια,στα χέρια μου κρατώ ακόμη τα πουλιά που ζωγράφιζα χωρίς φτερούγες όμως πιά ,το χάρτινο όνειρό μου διαλύθηκε μια νύχτα βροχερή. Και εγώ πιά δεν είμαι παιδί, κοιτώντας τον καθρέφτη, είδα ρυτίδες να αυλακώνουν το πρόσωπό μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου